Η πάλη στην Αρχαία Ελλάδα
Η πάλη είναι από τα αρχαιότερα ατομικά αθλήματα. Η προέλευσή της χάνεται στα βάθη των αιώνων. Ο Όμηρος αναφέρει στην Ιλιάδα, η οποία γράφτηκε τον 8ο π.χ. αιώνα, τους αγώνες πάλης προς τιμήν του Πάτροκλου κατά την πολιορκία της Τροίας και την αναμέτρηση του βασιλιά της Ιθάκης Οδυσσέα με τον Αίαντα, γιο του βασιλιά της Σαλαμίνας Τελαμώνα. Εκτός από την αρχαία Ελλάδα, η πάλη λατρεύονταν στην Αίγυπτο, την Μεσοποταμία και την Ινδία. Απόδειξη ότι η πάλη είναι το αρχαιότερο άθλημα, αποτελεί το γεγονός ότι το πρώτο γυμναστικό ίδρυμα ονομάστηκε “Παλαίστρα”.
Σύμφωνα με τον μύθο, η πάλη στην αρχαία Ελλάδα ήταν εύρημα του θεού Ερμή. Ο Φιλόστρατος λέει ότι την πάλη εφεύρε η κόρη του Ερμή, η Παλαίστρα, η οποία πέρασε τα χρόνια της ήβης της στα δάση της Αρκαδίας. Ο ίδιος για να τονίσει τη χρησιμότητα της πάλης στον πόλεμο, αναφέρει το πολεμικό κατόρθωμα των Αθηναίων το 490 π.χ. στο Μαραθώνα εναντίον των Περσών, ως επικράτηση σχεδόν σε αγώνα πάλης “ως αγχού πάλης” και πως στις Θερμοπύλες το 480 π.χ. οι τριακόσιοι Σπαρτιάτες του Λεωνίδα σαν έσπασαν τα δόρατα και τα σπαθιά τους, έπεσαν επάνω στους εχθρούς τους με γυμνά χέρια.
Ο Πλούταρχος αποδίδει τη νίκη των Θηβαίων και των Βοιωτών το 371 π.χ. στα Λεύκτρα κατά των Σπαρτιατών, στην υπεροχή τους στην πάλη σώμα με σώμα.
Κατά των Βιργίλιο, την τεχνική της πάλης επινόησαν τα δύο παιδιά του Χόρικου, ο Πλήξιππος και ο Ενετός. Όπως αναφέρει, μια γιορτινή ημέρα έκαναν επίδειξη των ικανοτήτων τους στην πάλη μπροστά στον πατέρα τους. Τους είδε η αδελφή τους η Παλαίστρα, η οποία διηγήθηκε την ανακάλυψη των αδελφών της στον εραστή της τον Ερμή. Ο τελευταίος τελειοποίησε την τέχνη της πάλης και την δίδαξε στους ανθρώπους λέγοντας ότι ήταν δική του εφεύρεση.
Κατά τον Πίνδαρο “την μεν από χειρών πάλην εφεύρε Θησέας, την δε από σκελών Κερκύων”, δηλαδή, την άνω πάλη εφεύρε ο Θησέας και την κάτω πάλη ο Κερκύων. Ο ιστοριογράφος Ίστρος αναφέρει πως δίδαξε την πάλη στον Θησέα η ίδια η θεά Αθηνά.
Σύμφωνα με τον Παυσανία, ο φιλόσοφος Παλέμονας ανέφερε ως εφευρέτη της πάλης τον Αθηναίο παιδοτρίβη Φόρβα.
Ως εφευρέτες της πάλης αναφέρονται επίσης, ο Πηλέας που πάλεψε με την Αταλάντη προς τιμή του Πελία και ο Ηρακλής που νίκησε τον Αχελώο γιο του Ήλιου και της Γης.
Στην Αρχαία Ελλάδα η πάλη αποτελούσε το κυριότερο μέσο αγωγής των νέων. Είχε δε τον χαρακτήρα επίδειξης, ετοιμότητας πνεύματος, τέχνης και δύναμης και ήταν απαλλαγμένη από κάθε αίσθημα οργής και κτηνώδους ερεθισμού. Ο Πλάτων χαρακτηρίζει την πάλη ως “τεχνικότατον και πανουργότατον των αθλημάτων”.
ΕΙΔΗ ΠΑΛΗΣ
Η αρχαία ελληνική πάλη απαιτούσε συνδυασμό τέχνης, ευκινησίας και δύναμης. Αποτελούσε μέρος του πεντάθλου, αλλά στους πανελλήνιους αγώνες συμπεριλαμβάνονταν και ως ανεξάρτητο άθλημα. Τα είδη της πάλης ήταν δύο. Η ορθία πάλη ή ορθοπάλη, ή σταδαία πάλη, ή ορθοστάδην πάλη, ή τριαγμός και η κάτω πάλη, ή αλίνδησις, ή κύλησις, ή κυλίνδησις εν τη κόνει. Στην ορθία πάλη αρκούσε ο παλαιστής να ρίξει τον αντίπαλό του κάτω τρεις φορές για να ανακηρυχθεί νικητής. Στην κάτω πάλη δεν αρκούσε η πτώση. Ο αγώνας συνεχίζονταν ώσπου ο ένας εκ των δύο αθλητών να παραδεχθεί την ήττα του. Ο παλαιστής ύψωνε το χέρι του με τον μέσο δείκτη τεντωμένο για να τον δει ο κριτής. Στην παλαίστρα υπήρχαν διαφορετικοί χώροι για τα δύο είδη πάλης. Η ορθία γίνονταν στην άμμο, πάνω στο σκάμα. Η αλίνδησις γίνονταν συνήθως σε βρεγμένο χώμα. Με την ορθία πάλη γυμνάζονταν το πάνω μέρος του σώματος (κεφαλή, τράχηλος, ώμοι, χέρια, θώρακας) ενώ με την αλίνδησιν το κάτω μέρος του σώματος, οσφύς, μηροί, γόνατα).
Η ορθοπάλη είναι το πρώτο βαρύ αγώνισμα που εισέρχεται στο πρόγραμμα των Ολυμπιακών Αγώνων. Στη συνέχεια καθιερώθηκε στους πανελλήνιους αγώνες, τα Πύθια, τα Νέμεα και τα Ισθμια. Ηταν από τα πιο αγαπημένα αγωνίσματα των Ελλήνων. Είχε γρήγορες και θεαματικές φάσεις. Ο αγώνας δεν διαρκούσε πολύ και η νίκη δεν εξαρτιόνταν από μία τυχαία πτώση. Εάν ένας παλαιστής θεωρούνταν ασυναγώνιστος, οι υπόλοιποι είχαν δικαίωμα να αποσυρθούν πριν τον αγώνα χωρίς κυρώσεις. Στην περίπτωση αυτή ο παλαιστής ανακηρύσσονταν νικητής “ακόνιτι”, δηλαδή χωρίς να σκονιστεί από την άμμο του σκάμματος.
Η κάτω πάλη εθεωρείτο εξαιρετικά ωφέλιμη ως άσκηση και γι αυτό διδάσκονταν σε όλα τα γυμναστήρια. Παρόλα αυτά ποτέ δεν συμπεριλήφθηκε στο ολυμπιακό πρόγραμμα, αλλά ούτε στους πανελλήνιους αγώνες. Η εξήγηση πρέπει να αναζητηθεί στη μεγάλη διάρκεια των αναμετρήσεων, με αποτέλεσμα να γίνεται κουραστική στην παρακολούθηση. Νικητής αναδεικνύονταν εκείνος που κατόρθωνε να ακουμπήσει την πλάτη του αντιπάλου του στην άμμο.
ΚΑΝΟΝΕΣ ΠΑΛΗΣ
Λέγεται πως τους κανόνες της πάλης θέσπισε ο Ορίκαδμος, παλιός αθλητής από τη Σικελία. Όπως αναφέρουν διάφοροι αρχαίοι συγγραφείς, δεν επιτρέπονταν τα χτυπήματα, ενώ απαγορεύονταν οι λαβές στα γεννητικά όργανα, καθώς επίσης το δάγκωμα και ο αγώνας έξω από τα όρια του σκάμματος. Η παραβίαση των κανονισμών τιμωρούνταν με χρηματικό πρόστιμο, αποβολή από τους αγώνες, αλλά και σωματικές ποινές. Όταν οι παλαιστές έβγαιναν έξω από το σκάμμα, οι κριτές διέκοπταν τον αγώνα και επανέφεραν τους δύο παλαιστές στο κέντρο του σκάμματος και τους υποχρέωναν να πιαστούν με την ίδια λαβή που είχαν κατά τη διακοπή του αγώνα.
Ολοι οι νέοι γυμνάζονταν απαραίτητα στις παλαίστρες και στα δύο είδη πάλης. Η προπόνηση ήταν επίμονη και σκληρή. Ο παιδοτρίβης (προπονητής) επέβλεπε την προπόνηση, αλλά δεν επενέβαινε παρά μόνο αν έβλεπε κάτι το αντικανονικό, ή αν ήθελε να δείξει καλύτερο τρόπο εφαρμογής της λαβής. Αν ένας αθλητής δεν μπορούσε να απαλλαγεί από μια επικίνδυνη λαβή, χτυπούσε ελαφρά την πλάτη του αντιπάλου με το ελεύθερο χέρι και η προπόνηση σταματούσε. Μετά την προπόνηση οι παλαιστές έκαναν ασκήσεις ευκαμψίας και κατόπιν έξυναν με την άμμο το λάδι και τον ιδρώτα από το σώμα τους, έκαναν μπάνιο και χόρευαν υπό τους ήχους του αυλού.
Η προπόνηση των Σπαρτιατών ήταν σκληρότατη. Οι νέοι μάθαιναν από μικροί να υποφέρουν τον κόπο και τον πόνο και να αγωνίζονται μέχρι θανάτου. Το να ηττηθεί ένας Σπαρτιάτης από έναν ικανότερο αντίπαλο, δεν ήταν υποτιμητικό ούτε ντροπή. Το να φανεί όμως δειλός ή λιπόψυχος στον αγώνα, ήταν αδύνατο για έναν Σπαρτιάτη. Ο Πλούταρχος αναφέρει το εξής χαρακτηριστικό. Όταν κάποιος Λάκωνας νικήθηκε στην Ολυμπία, ένας ξένος του φώναξε: “ο αντίπαλός σου, ω Λακεδαιμόνιε, φάνηκε πιο θαρραλέος από εσένα”. Τότε ο Σπαρτιάτης του απάντησε: “Καθόλου πιο θαρραλέος, μόνο που ο αντίπαλός μου απεδείχθη πιο επιδέξιος από εμένα και κατόρθωσε να νικήσει”.
ΜΟΝΟΔΡΟΜΟΣ Η ΕΝΩΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια